Η ακριβοπληρωμένη γόβα της επιχειρηματία, το ανατομικό φλατάκι της νοικοκυράς, το αθλητικό της γυμνάστριας, μόλις περνούν το κατώφλι γίνονται απλά το παπούτσι της Νίκης, της Σοφίας και της Άννας που θα καθίσουν στο σαλόνι υποδοχής, η μια δίπλα στην άλλη, χωρίς ταμπέλες και διαφορές, περιμένοντας τη σειρά τους για τον λουτήρα.
Από την Έλενα Φλώρου
Ο κομμωτής είναι απλά ο Βλάσης, το καλό παιδί με το ταλαντούχο ψαλίδι, τις εξαιρετικές συμβουλές κι όχι ο δακτυλοδεικτούμενος νεαρός που σοκάρει με τις ιδιαίτερες σεξουαλικές του προτιμήσεις τη πουριτανική κοινή γνώμη.
Στο κομμωτήριο η ανθρωπιά γλιστράει σαν κέρμα από τη τρύπια τσέπη παντελονιού. Αδυναμίες, φοβίες, αμφιβολίες φοριούνται πετσέτα στο κεφάλι, γιατί εδώ κάνεις δεν έχει ν’ αποδείξει, να υπερασπιστεί ή να υποκριθεί τίποτα. Είναι ο εαυτός του χωρίς περιτύλιγμα και ασπίδα.
Εσύ ο ρηχός, ο απόλυτος και ισοπεδωτικός που κουρεύεσαι μόνος στο σπίτι σου επειδή δε γουστάρεις να μπλέξεις στο κλουβί με τις καρακάξες και τους πούστηδες, θα πεις ότι εκεί μέσα το μόνο που συζητιέται είναι το κατάλληλο μέγεθος πουλιού, το αν πιάνει το ξανθό σε σκούρα βάση, αν τελικά ο Κώστας κεράτωσε τη Μαίρη, αν τον κομμωτή τον κάρφωσε καλά ο γκόμενος του χτες ή αν είναι φυσιολογικό που η περίοδος της Σάρας ήρθε δυο φορές σ’ ένα μήνα.
Το μόνο που θα πω είναι ότι πλανάσαι πλάνην οικτρά και κόψε το πολύ cosmopolitan, αδερφέ! Τα λίγα και στενά τετραγωνικά ενός κομμωτηρίου συνθέτουν ένα θάλαμο ομαδικής ψυχανάλυσης, όπου μέσα από την άνεση και την ευφορία που δημιουργεί ο καλλωπισμός, καθένας μπορεί να παραθέσει ένα μικρο κομμάτι του εαυτού του, ζητώντας το χέρι βοηθείας ή το ενθαρρυντικό χτύπημα στη πλάτη που ο στενός οικογενειακός, φιλικός κύκλος αρνείται ή αδιαφορεί να δώσει.
Καθώς κάθεσαι αναπαυτικά στη πολυθρονίτσα σου διαβάζοντας περιοδικά, θ’ ακούσεις την αγωνία μιας μάνας για τον γιο της που σπουδάζει στο εξωτερικό κι έχει να τον δει από πέρσι, για τον πόλεμο που έχει κηρύξει η φαλλοκρατία στη δουλειά της τάδε επειδή τολμά να είναι γυναίκα και επιτυχημένη, για το μαράζι μιας άλλης που δε μπορεί να χαρίσει ένα παιδί στον σύζυγό της, για τη μοναξιά που πνίγει μια ηλικιωμένη, ζώντας 20 χρόνια χωρίς το στήριγμά της.
Μέχρι κι εκείνος ο σοβαρός, ολιγόλογος και καταξιωμένος δικηγόρος που δίνει την εικόνα του σκληρού και αλύγιστου, θα σπάσει και θα δηλώσει πως ξόδεψε τα χρόνια του στο διάβασμα και στο κυνήγι της επιτυχίας, αμελώντας τον εαυτό του καθώς και την ευκαιρία του να ζήσει τον αληθινό έρωτα.
Μέσα στο σαραντάλεπτο που περιμένεις με τη μεμβράνη στο μαλλί για να πιάσει η βαφή, θα δεις ανθρώπους να προβληματίζονται, να ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλον και να δίνουν συμβουλές παραθέτοντας τη δική τους εμπειρία. Θα τους δεις ν’ αλληλοϋποστηρίζονται, να συμπάσχουν και να φτάνουν σε συμπεράσματα που θα αποτελούσαν άνετα μικρά αποφθέγματα σοφίας ή έστω οδηγό διαβίωσης.
Στο κομμωτήριο μπορούν όλοι ν’ ακουστούν χωρίς περιφρόνηση και taboo. Ακόμα κι εκείνη η αγράμματη κυρία που με το ζόρι έμαθε να γράφει πέντε κολλυβογράμματα και που σ’ άλλη περίπτωση θα σώπαινε από ντροπή μπροστά στον κόσμο των διανοούμενων για να μη φανεί ηλίθια, τη βλέπεις να βρίσκει το θάρρος και να παρουσιάζει την άρτια, ολοκληρωμένη άποψή της γύρω από τη πολιτικοοικονομική κατάσταση της χώρας, χωρίς να νιώθει ότι τη πετροβολούν σαν λαϊκό, αδαές υποκείμενο.
Στο μικρό χρονικό διάστημα που όλοι αυτοί συνυπάρχουν κάτω από μια βούρτσα ή μια φυσούνα, μοιράζονται την αλήθεια τους και το αθέατο κομμάτι της προσωπικότητάς τους μέσα σε μια εξομολογητική διάθεση που αγκαλιάζεται με κατανόηση και συμπαράσταση. Μέσα στη διάρκεια ενός ισιώματος ζουν την ιδανική εκδοχή μιας κοινωνίας ανθρώπων για ανθρώπους.
Φεύγοντας από το κομμωτήριο η κυρία Λέλα αισθάνεται όμορφη, όχι μόνο εξαιτίας του καλοφτιαγμένου χτενίσματος της, αλλά γιατί τα είπε και ξεθύμανε. Γιατί την άκουσαν με σοβαρότητα, χωρίς να τη διακόψουν ή να τη πικάρουν. Τώρα νιώθει δυνατή να βγει έξω στη τραχιά καθημερινότητα και τον ατσαλένιο κόσμο που τη περιμένει μόλις τα πόδια της πατήσουν πεζοδρόμιο.
Γεμάτη ενέργεια και θετικότητα είναι έτοιμη ν’ αντέξει τη δύσκολη εβδομάδα που εκτείνεται μπροστά της κι αν της τελειώσουν τ’ αποθέματα, υπάρχει πάντα το ραντεβού του επόμενου Σαββάτου.